κερατιτίδες

κερατιτίδες
(ceratitidae). Οικογένεια των αμμωνιτών της ομοταξίας των κεφαλοπόδων, του φύλου των μαλακίων, που εξελίχθηκαν κυρίως κατά τη διάρκεια του τριαδικού. Οι εκπρόσωποί τους είχαν εξωτερικό κέλυφος, με γραμμή ραφών κερατιτικού τύπου, ακέραιο σάγμα και οδοντωτούς λοβούς. Από τα κυριότερα γένη είναι: ο κερατίτης, όχι πολύ διαδεδομένος στις τριαδικές θάλασσες, με πλατύ όστρακο, ομφαλωτό και διακοσμημένο με σειρές κόμβων (διάφορα είδη του συναντώνται και στην Ελλάδα, στα στρώματα του μέσου τριαδικού της Επιδαύρου και της Ύδρας)· το γένος τιβετίτης, του ανώτερου τριαδικού των Ινδιών, και το γένος τιρολίτης, του κατώτερου και μέσου τριαδικού. Αμμωνίτης της οικογένειας των κερατιτιδών (Ceratites nodosus), που βρίσκεται στα στρώματα του μέσου τριαδικού στην Επίδαυρο και στην Ύδρα με διάφορα είδη.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • μάτι — Το αισθητήριο όργανο της όρασης, με το οποίο γίνεται αντιληπτό το φως, το σχήμα και το χρώμα των φωτιζόμενων αντικειμένων. Ο άνθρωπος φέρει δύο οφθαλμικούς βολβούς, οι οποίοι καταλαμβάνουν τις οφθαλμικές κόγχες. Έχουν χαρακτηριστικό σφαιροειδές… …   Dictionary of Greek

  • νεοπλασίες — Λέγονται και όγκοι. Παθολογικοί σχηματισμοί που οφείλονται σε άτακτο πολλαπλασιασμό κυττάρων. Οι ν. διακρίνονται με ιστολογικά και κλινικά κριτήρια που μπορεί να συμπίπτουν σε καλοήθεις και κακοήθεις. Καλούνται καλοήθεις οι ν. που σχηματίζονται… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”